Πριν από καιρό που ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν μπορεί να λογιστεί, σε ένα περιβάλλον που απουσίαζαν οι διαστάσεις και ήταν άπειρες, που ο χωροχρόνος δεν είχε σημασία, ένα μεγάλο μπουρδέλο έσκασε από το πουθενά, από δήθεν ακραία συσσώρευση ενέργειας. Μέσα σε αυτό το μπουρδέλο, σύμφωνα με τη θεωρία της φυσικής επιλογής, κατάφεραν να επιβιώσουν μονάχα η αγάπη και ο φόβος.
Ανακαλύπτοντας ο ένας τον άλλον, ξάπλωσαν στο γαλαξία και έκαναν έρωτα. Η αγάπη, θηλυκού γένους, ούσα σίγουρη για το ποιόν της δώρισε στον φόβο ένα και μόνο ένα ωάριο. Ο φόβος όμως, αρσενικού γένους, όντας ανασφαλής έδωσε εκατομμύρια σπερματοζωάρια για να γονιμοποιήσουν το ένα ωάριο της αγάπης. Αυτή όμως επέλεξε ένα και το επέλεξε σχεδόν τυχαία, γιατί η αγάπη δεν τα διαχώριζε. Η κυοφορία ξεκίνησε και ήταν πολύ επίπονη γιατί ορισμένα στοιχεία που κατείχε ο φόβος και τα είχε κληροδοτήσει στον μελλοντικό απόγονο του έπλητταν την αγάπη. Έπειτα από περίπου εννέα μήνες η αγάπη έδωσε ζωή στον άνθρωπο, το πρώτο της παιδί.
Ο φόβος επειδή ζήλευε την αγάπη της μάνας προς το παιδί, έταξε πολλά οφέλη στον απόγονο του, όπως ασφάλεια, ηρεμία και ευημερία, απομακρύνοντας τον άνθρωπο από την αγάπη. Όμως αυτή ήξερε πολύ καλά το παιδί της, καλύτερα από τον πατέρα του.
Και ήταν πάντα εκεί, όσο και εάν την έκρυβε ο ογκώδης φόβος.
Και ήταν πάντα εκεί όταν ο άνθρωπος έκλαιγε.
Και ήταν πάντα εκεί όταν την έβριζε, την έφτυνε, την ξεχνούσε.
Και όταν την αγκαλιάζεις μην ξεχνάς ότι απόγονος της είσαι. Όμως όταν την αγκαλιάζεις μην ξεχνάς τον πατέρα σου, είναι και αυτός εκεί.
Και θα σε κρατήσει αυτός για το σαββατοκύριακο, μα από Δευτέρα πάλι στη μάνα σου θα επιστρέψεις.